Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

ΕΝΑΣ ΑΛΛΙΩΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ


Το βλέπω στο βλέμμα σας. Με λυπάστε. Μόνον οίκτο βλέπω.
Τι είπατε; Δεν θα θέλατε επουδενεί να βρίσκεστε στη θέση μου;
Σας κατανοώ. Και ποιος θα ’θελε καλέ μου άνθρωπε;
Ποιος λογικός άνθρωπος θα ’θελε να βρίσκεται ανάσκελα σ’ ένα κρεβάτι νοσοκομείου με μουχλιασμένο στρώμα, με άλλους επτά τριγύρω του να βογκάνε και έξω να έχει τριάντα εννέα βαθμούς θερμοκρασία υπό σκιάν.
Ξέρετε εσείς κανένα;
Τι με ρωτήσατε; Γιατί είμαι έτσι μπαταρισμένος; Πώς το έπαθα;
Σας θυμίζω αιγυπτιακή μούμια;
Μα πώς να μην είμαι καλέ μου άνθρωπε σαν ταριχευμένος Φαραώ;
Μιάμιση ώρα ανάσκελα στο χειρουργικό τραπέζι, σε πλήρη νάρκωση, για λίγο το ’χετε;
Αλήθεια σας λέω. Μιάμιση ώρα.
Αυτό το έμαθα μόλις άνοιξα τα μάτια μου. Μου το ’πε μ’ ένα αγγελικό χαμόγελο η όμορφη κοκκινομάλλα νοσοκόμα.
Ξέρετε ποια λέω. Αυτή με τα ολοστρόγγυλα κωλομέρια..
Πώς είπατε; Έχετε προτιμήσεις; Η άλλη σας αρέσει; Ποια, αυτή με τη μπλε στολή; Με τα μεγάλα βυζιά; Γούστα είναι αυτά. Οι άνδρες έτσι είναι. Χωρισμένοι σε δυο μεγάλα στρατόπεδα. Σ’ άλλους αρέσουν οι κωλαρούδες και σε