ΜΙΑ ΜΑΝΑ ΣΤΗ ΦΛΕΓΌΜΕΝΗ ΓΑΖΑ
Το κρατούσε στην αγκαλιά της και έτρεχε.
Ανάμεσα στα χαλάσματα και τα ερείπια.
Τα χέρια της ήταν ματωμένα. Τα ρούχα της ξεσχισμένα.
Τα μάτια της άγρια.
Κι αυτό, με τα χεράκια του
περασμένα στο λαιμό της, έκρυβε το προσωπάκι του στο στήθος της.
Έτρεχε και το έσφιγγε για να μη της πέσει.
Το ένα ποδαράκι του παιδιού κρεμότανε άψυχο, βουτηγμένο στο αίμα.
Έτρεχε και πίσω της έτρεχε και ο Θάνατος να την προλάβει.
Ο Θάνατος πέρασε δίπλα τους. Πάνω απ’ τα κεφάλια τους.
Μ’ ένα τρομερό κρότο. Ένα σπίτι γκρέμισε.
Μερικοί άνθρωποι θάφτηκαν από κάτω.
Τα παιδί γύρισε και την κοίταξε.
Γιατί μαμά; είπε με τα ματάκια του φοβισμένα.
σεραφείμ βάγιας
Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου